Greek » German

έρανος [ˈɛranɔs] SUBST m

έδρανο [ˈɛðranɔ] SUBST nt

1. έδρανο (πάγκος, κάθισμα):

Bank f

όργανο [ˈɔrɣanɔ] SUBST nt

4. όργανο (αρμόνιο):

Orgel f

5. όργανο fig (μέσο):

Mittel nt

6. όργανο fig (εργαλείο):

ξόανο [ˈksɔanɔ] SUBST nt

1. ξόανο (ομοίωμα θεού):

2. ξόανο fig (άνθρωπος):

λείψανο [ˈlipsanɔ] SUBST nt

1. λείψανο (απομεινάρι):

2. λείψανο (πτώμα):

Leiche f

γερανός [jɛraˈnɔs] SUBST m

2. γερανός (ζώο):

3. γερανός ASTRON:

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский