Greek » German

Translations for „κίνημα“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

κίνημα [ˈcinima] SUBST nt

1. κίνημα (κίνηση, κοινωνικό):

κίνημα
αγροτικό κίνημα
κίνημα της ειρήνης
γυναικείο κίνημα
εργατικό κίνημα

2. κίνημα (πραξικόπημα):

κίνημα
Putsch m

3. κίνημα (ναυτικού):

κίνημα

4. κίνημα (αποφασιστική ενέργεια, διάβημα):

κίνημα

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский