Greek » German

Translations for „αγορά“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

αγορά [aɣɔˈra] SUBST f

2. αγορά (το μέρος):

αγορά
λαϊκή αγορά

3. αγορά ECON:

αγορά
Markt m
αγορά ακινήτων
ανοιχτή αγορά
γεωργική αγορά
αγορά διάθεσης
διεθνής αγορά
εγχώρια αγορά
εγχώρια αγορά
αγορά ενέργειας
αγορά εξαγωγών, εξαγωγική αγορά
εξωτερική αγορά, αγορά εξωτερικού
αγορά εργασίας
αγορά εσωτερικού, εσωτερική αγορά
αγορά κατοικιών
αγορά κεφαλαίου
κτηματική αγορά
λιανική αγορά
μαύρη αγορά
αγορά μετοχών
αγορά ναύλων
παγκόσμια αγορά
αγορά σιτηρών
τέλεια αγορά
αγορά τίτλων

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский