Greek » German

Translations for „αποκοιμίζω“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

αποκοιμί|ζω <-σα, -στηκα> [apɔciˈmizɔ] VERB trans

1. αποκοιμίζω (προκαλώ νύστα):

αποκοιμίζω

2. αποκοιμίζω (μωρό κουνώντας το):

αποκοιμίζω

3. αποκοιμίζω (προκαλώ σιγά σιγά ύπνο):

αποκοιμίζω

4. αποκοιμίζω (παιδί: το πηγαίνω στο κρεβάτι):

αποκοιμίζω

5. αποκοιμίζω fig (κάποιον με ωραία λόγια):

αποκοιμίζω

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский