Greek » German

Translations for „γλωσσολογία“ in the Greek » German Dictionary

(Go to German » Greek)

γλωσσολογία [ɣlɔsɔlɔˈjia] SUBST f

γλωσσολογία
γλωσσολογία
γενική γλωσσολογία
εφαρμοσμένη γλωσσολογία
ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία
λειτουργική γλωσσολογία

Usage examples with γλωσσολογία

διαχρονική γλωσσολογία
γενική γλωσσολογία
εφαρμοσμένη γλωσσολογία
λειτουργική γλωσσολογία

Would you like to add a word, a phrase or a translation?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский