Greek » German

Translations for „δημοσιότητα“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

δημοσιότητα [ðimɔsiˈɔtita] SUBST f

2. δημοσιότητα (κατοχή/απόκτηση δημοσιότητας):

δημοσιότητα
Publicity f sing

Usage examples with δημοσιότητα

φέρνω κάτι στη δημοσιότητα
έρχομαι στη δημοσιότητα
αποφεύγει το αλκοόλ/τη δημοσιότητα

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский