Greek » German

Translations for „εξέλιξη“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

εξέλιξ|η <-εις> [ɛˈksɛliksi] SUBST f

1. εξέλιξη (ανάπτυξη, αλλαγή):

εξέλιξη
εξέλιξη του παιδιού
οικονομική εξέλιξη
εξέλιξη της αγοράς
εξέλιξη εσόδων
εξέλιξη πωλήσεων
εξέλιξη τιμής

2. εξέλιξη (γεγονότων):

εξέλιξη
Ablauf m
σε εξέλιξη
η εξέλιξη των γεγονότων

3. εξέλιξη (πρόοδος):

εξέλιξη

4. εξέλιξη BIOL:

εξέλιξη

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский