Greek » German

μηχάνημα [miˈxanima] SUBST nt

μηχάνημα
μηχάνημα
Gerät nt
γεωργικό μηχάνημα (γενικά)
ηλεκτρικό μηχάνημα
ηλεκτρικό μηχάνημα
ηλεκτρονικό μηχάνημα

μηχάνημα SUBST

User Entry
μηχάνημα ανύψωσης nt

Usage examples with μηχάνημα

κωπηλατικό μηχάνημα SPORTS
ηλεκτρικό μηχάνημα
ηλεκτρονικό μηχάνημα
φωτοτυπικό μηχάνημα
γεωργικό μηχάνημα (γενικά)
διατρητικό μηχάνημα MECH

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский