Greek » German

Translations for „αποκατάσταση“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

αποκατάστασ|η <-εις> [apɔkaˈtastasi] SUBST f

1. αποκατάσταση (επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση):

αποκατάσταση

2. αποκατάσταση:

αποκατάσταση POL, MED
επαγγελματική αποκατάσταση

3. αποκατάσταση (ζημιάς):

αποκατάσταση
αποκατάσταση ζημιάς

4. αποκατάσταση (σχέσεων):

αποκατάσταση
αποκατάσταση των σχέχεων

Usage examples with αποκατάσταση

επαγγελματική αποκατάσταση
αποκατάσταση ζημιάς
αποκατάσταση των σχέχεων

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский