Greek » German

Translations for „αφαίρεση“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

αφαίρεσ|η <-εις> [aˈfɛrɛsi] SUBST f

1. αφαίρεση (απόσπαση από σύνολο):

αφαίρεση
αφαίρεση

2. αφαίρεση (κλοπή):

αφαίρεση

3. αφαίρεση (αποστέρηση):

αφαίρεση
Entzug m

4. αφαίρεση MATH:

αφαίρεση
κάνω αφαίρεση

5. αφαίρεση (μετατροπή από συγκεκριμένο σε αφηρημένο):

αφαίρεση

Usage examples with αφαίρεση

κάνω αφαίρεση
αφαίρεση f χρεωστικών τόκων

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский