Greek » German

Translations for „λογισμός“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

λογισμός [lɔjizˈmɔs] SUBST m

1. λογισμός (σκέψη):

λογισμός
πού τρέχει ο λογισμός σου ;

2. λογισμός MATH:

λογισμός
απειροστικός λογισμός
διαφορικός λογισμός
ολοκληρωτικός λογισμός
λογισμός των πιθανοτήτων

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский