Greek » German

Translations for „μέταλλο“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

μέταλλο [ˈmɛtalɔ] SUBST nt

μέταλλο
Metall nt
αυτοφυές μέταλλο
βαρύ μέταλλο CHEM
ελαφρό μέταλλο
ημιευγενές μέταλλο
μέταλλο κράματος
μεταγωγικό μέταλλο
πυρίμαχο μέταλλο

Usage examples with μέταλλο

σκαλίζω μέταλλο/σε μέταλλο
μέταλλο nt κράματος
ευγενές μέταλλο
πολύτιμο μέταλλο
αυτοφυές μέταλλο
πυροφόρο μέταλλο
πυρίμαχο μέταλλο
βαρύ μέταλλο CHEM
ελαφρό μέταλλο
ημιευγενές μέταλλο
μέταλλο κράματος
μεταγωγικό μέταλλο
μη σιδηρούχο μέταλλο
τόρνος για μέταλλο

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский