Greek » German

Translations for „νομισματικός“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

νομισματικ|ός <-ή, -ό> [nɔmizmatiˈkɔs] ADJ

1. νομισματικός (σύστημα κτλ):

νομισματικός
Währungs-
νομισματικός μηχανισμός

2. νομισματικός (αναφερόμενος στα κέρματα):

νομισματικός
Münz-

Usage examples with νομισματικός

νομισματικός συμψηφισμός
νομισματικός κερδοσκόπος
νομισματικός νόμος
νομισματικός μηχανισμός

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский