Greek » German

Translations for „πασάλειμμα“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

πασάλειμμα [paˈsalima] SUBST nt

1. πασάλειμμα (επάλειψη):

πασάλειμμα

2. πασάλειμμα (άτεχνη επάλειψη):

πασάλειμμα

3. πασάλειμμα (αποτέλεσμα άτεχνης επάλειψης):

πασάλειμμα

4. πασάλειμμα fig:

ένα πασάλειμμα Γερμανικών

Usage examples with πασάλειμμα

ένα πασάλειμμα Γερμανικών

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский