Greek » German

Translations for „προκαταβολή“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

προκαταβολή [prɔkatavɔˈli] SUBST f

1. προκαταβολή (μισθού, τελών):

προκαταβολή
προκαταβολή τελών
προκαταβολή φόρου

2. προκαταβολή (σε αγορά):

προκαταβολή
δίνω 500 ευρώ προκαταβολή

Usage examples with προκαταβολή

προκαταβολή f τελών
προκαταβολή τελών
προκαταβολή φόρου
προκαταβολή f δικαστικών εξόδων
δίνω 500 ευρώ προκαταβολή

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский