Greek » German

Translations for „αμετακίνητος“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

αμετακίνητ|ος <-η, -ο> [amɛtaˈcinitɔs] ADJ

1. αμετακίνητος (που δε μετακινείται):

αμετακίνητος

2. αμετακίνητος (πεποίθηση):

αμετακίνητος
μένω αμετακίνητος σε κάτι (δεν αλλάζω γνώμη)

Usage examples with αμετακίνητος

μένω αμετακίνητος σε κάτι (δεν αλλάζω γνώμη)

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский