Greek » German

Translations for „αποσπώ“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

αποσπ|ώ <-άς, -ασα, -άστηκα, -ασμένος> [apɔˈspɔ] VERB trans

1. αποσπώ (αποχωρίζω):

αποσπώ

2. αποσπώ (παίρνω βίαια):

3. αποσπώ (κάποιον από τη χαρτοπαιξία):

αποσπώ

4. αποσπώ (υπάλληλο άλλης επιχείρησης):

αποσπώ

5. αποσπώ (πληροφορίες, ομολογία, μυστικό):

αποσπώ

6. αποσπώ (προσελκύω: προσοχή):

αποσπώ

7. αποσπώ (κερδίζω: θαυμασμό, εμπιστοσύνη):

αποσπώ

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский