Greek » German

Translations for „επίπεδο“ in the Greek » German Dictionary (Go to German » Greek)

επίπεδο [ɛˈpipɛðɔ] SUBST nt

1. επίπεδο (και αφηρημένα):

επίπεδο GEOM, MATH
Ebene f
ενδιάμεσο επίπεδο
κεκλιμένο επίπεδο
οριζόντιο επίπεδο
πολικό επίπεδο
προβολικό επίπεδο

3. επίπεδο (ύψος):

επίπεδο
Höhe f
επίπεδο πτήσης

Usage examples with επίπεδο

βιοτικό επίπεδο, επίπεδο ζωής
επίπεδο nt σημαντικότητας STAT
επίπεδο nt πλέγματος
επίπεδο nt χοληστερίνης
επίπεδο nt σεροτονίνης
επίπεδο nt δεξιότητας
επίπεδο nt πληθωρισμού
επίπεδο nt τιμών
επίπεδο nt προβολής
επίπεδο nt γνώσεων
επίπεδο nt κατοπτρισμού PHYS
επίπεδο nt συντεταγμένων
επίπεδο nt ρήγματος
επίπεδο nt θορύβου
επίπεδο nt ειδώλου
επίπεδο nt επιτοκίων
επίπεδο nt πόλωσης
επίπεδο f απόδοσης
επίπεδο nt αναφοράς

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский