Greek » German

αλήθεια1 [aˈliθça] SUBST f

αλήθεια2 [aˈliθça] ADV

Usage examples with αλήθεια

είναι αλήθεια
είναι αλήθεια ότι …, αλλά
es stimmt (schon), dass …, aber
αν βγει η αλήθεια …
έλαμψε η αλήθεια
η μαύρη αλήθεια
λέω την αλήθεια
μα την αλήθεια!
η γυμνή/καθαρή αλήθεια
για να πω την αλήθεια
έλα τώρα, πες την αλήθεια
μα το θεό/την αλήθεια!
ασ' τα αυτά, πες την αλήθεια

Would you like to add some words, phrases or translations?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский